Νοσταλγός της δουλείας ή ανόητος





Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης


Ενας Βέλγος οικονομολόγος, που αυτοανακηρύχτηκε εκπρόσωπος της σχολής των «φιλελευθεριστών», ο Molinari, έγραφε τον 19ο αιώνα:
«Από οικονομική άποψη, οι εργαζόμενοι πρέπει να θεωρούνται μηχανές, που προσφέρουν μια ορισμένη ποσότητα παραγωγικών δυνάμεων κι απαιτούν, σαν αντάλλαγμα, ορισμένα έξοδα συντήρησης, για να μπορούν να λειτουργούν με.....
κανονικό και συνεχή ρυθμό».
Αυτό ακριβώς ήθελε να μας πει και ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών κος Μέργος, μόνο που το είπε κάπως κομψότερα. Οπως οι μηχανές χρειάζονται λάδια και συντήρηση για να λειτουργούν με κανονικό και συνεχή ρυθμό, έτσι και οι εργαζόμενοι χρειάζονται τα απαραίτητα (τροφή, ρούχα και στέγη) για να συνεχίζουν να εργάζονται με κανονικό και συνεχή ρυθμό. Οι εργαζόμενοι δεν χρειάζονται καμιά άλλη αρετή πέρα απ’ την υπακοή και την εργασία. Παιδεία, πνεύμα, τέχνες και επιστήμες είναι προνόμια λίγων εκλεκτών, όπως του κου Μέργου, των ομοίων του και των τέκνων αυτών.
Ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών δεν είναι ανόητος. Με τη δήλωσή του αυτή, ο πρώην υπάλληλος της Παγκόσμιας Τράπεζας έστειλε ένα μήνυμα διαπιστευτηρίων στους πρώην και στους μελλοντικούς εργοδότες του και ένα μήνυμα προς όλους τους έλληνες εργοδότες. «Μειώστε κι άλλο τον κατώτερο μισθό για να γίνετε πιο ανταγωνιστικοί αλλά και για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο, διότι εκείνος που εργάζεται από το πρωί μέχρι το βράδυ για να τα βγάλει πέρα, δεν έχει την πολυτέλεια να σκέφτεται. Αποκτά τη νοοτροπία του δούλου. Οι μηχανές και οι δούλοι δεν απεργούν ούτε απαιτούν. Μόνο ακούν και υπακούν».
Ο κος Μέργος δεν είναι ανόητος. Το υπάρχον κοινωνικό-οικονομικό και πολιτικό κλίμα στη χώρα μας είναι ήδη ευνοϊκό για κοινωνία νεόδουλων. Οι οπαδοί του Αδόλφου Χ, που είχε πει το περίφημο: «πόσο τυχεροί είναι αυτοί που κυβερνούν ανθρώπους, οι οποίοι δεν σκέπτονται», αυξάνονται και πληθύνονται, ενώ παράλληλα αυξάνονται οι εργαζόμενοι, οι οποίοι πασχίζουν να κερδίσουν την εύνοια εκείνων που τους περιφρονούν και τους εξευτελίζουν ρουφιανεύοντας τους ομοίους τους.